- αντηστις
- ἄντηστιςv. l. ἄντησις ἥ встреча; только в выраж. κατ΄ ἄντησ(τ)ιν, v. l. κατάντηα(τ)ιν Hom. напротив, с противоположной стороны
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ἄντηστις — confronting fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄντηστιν — ἄντηστις confronting fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατάντηστιν — (Α) επίρρ. απέναντι, καταντικρύ. [ΕΤΥΜΟΛ. < φρ. κατ ἄντηστιν, αιτ. τού ουσ. ἄντηστις «αντίσταση»] … Dictionary of Greek
προμνηστίνοι — αι, οἱ, αἱ, ΜΑ (επικ. τ.) 1. οι αλλεπάλληλοι 2. (κατά τον Ησύχ.) «προμνηστῑναι ἐπὶ μίαν ἀπὸ τοῡ προσμένειν» 3. (κατά το λεξ. Σούδα) «προμνηστῑνοι κατὰ τάξιν, ἐφεξῆς». [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία άποψη, η λ. έχει σχηματιστεί από αμάρτυρο τ … Dictionary of Greek